14 Απριλίου 2014

O Γερμανός οικονομολόγος που χαρακτηρίζει κατάλληλη τη στιγμή για να χρεοκοπήσει η Ελλάδα


Παρά το πρωτογενές πλεόνασμα και την φημολογούμενη ανάπτυξη που έρχεται με την έξοδο στις αγορές, κάποιοι ακόμα διερωτώνται περί ελληνικής χρεοκοπίας.
Ο Βόλφγκανγκ Μουνχάου υπογράφει ένα άρθρο που θα συζητηθεί.
Ο ίδιος υποστηρίζει ότι το πρωτογενές πλεόνασμα και η έξοδος στις αγορές είναι οι δύο παράγοντες και οι αφορμές για να ξεκινήσει η χώρα μας να εξετάζει και πάλι σοβαρά, το ενδεχόμενο μιας χρεοκοπίας.
Στο άρθρο του ο Γερμανός οικονομολόγος εκτιμά πως, "αν και το συγκεκριμένο θέμα δεν είναι κάτι που συζητιέται διακριτικά στις Βρυξέλλες ή την Αθήνα, ούτε είναι δημοφιλές στα επενδυτικά συνέδρια", το ενδεχόμενο μιας ελληνικής χρεοκοπίας είναι μια επιλογή που, σε αντίθεση με το παρελθόν, έχει πλέον η Ελλάδα, καθώς, όπως υποστηρίζει "Η ελληνική οικονομία δεν βρίσκεται σε ύφεση. Ούτε ανακάμπτει. Έχει καταρρεύσει".
Αποσπάσματα από το άρθρο (όπως αποδίδεται από το "Έθνος"):
"Για πρώτη φορά από την κρίση, η Ελλάδα είναι σε θέση να κηρύξει στάση πληρωμών. Διαθέτει πρωτογενές (χωρίς την πληρωμή τόκων) πλεόνασμα. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προβλέπει ότι το πρωτογενές πλεόνασμα θα φτάσει στο 2,7% του ΑΕΠ φέτος και θα ανέβει στο 4,1% το 2015. Το ελληνικό ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών εμφάνισε ένα πρώτο πλεόνασμα. Η Ελλάδα δεν εξαρτάται πλέον από τους ξένους επενδυτές. Βεβαίως, το ότι είσαι σε θέση να προβείς σε χρεοστάσιο δεν σημαίνει ότι πρέπει και να το κάνεις. Ποιο είναι λοιπόν το σκεπτικό;
Η Ελλάδα πιθανότατα βρίσκεται τώρα κοντά στον πάτο της οικονομικής της διολίσθησης, που ξεκίνησε έξι χρόνια πριν. Μεταξύ των ετών 2008 και 2013 το πραγματικό ΑΕΠ συρρικνώθηκε 23,5% και οι επενδύσεις 58,4%. Στην πιο πρόσφατη έρευνα, η ανεργία άγγιξε το 26,7% τον Ιανουάριο. Η ανεργία των νέων το 2013 ήταν 60,4%. Τα τραπεζικά δάνεια προς επιχειρήσεις ήταν μειωμένα με ετήσιο ποσοστό 5,2% τον Φεβρουάριο. Τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια έχουν φτάσει στο 38% του συνόλου. Οι τραπεζικές καταθέσεις συρρικνώνονται.
Ακόμη μεγαλύτερο σοκ από τις συγκριτικές αυτές αλλαγές προκαλούν τα στατιστικά που σκιαγραφούν την εικόνα. Ο πολιτικός οικονομολόγος Γιάννης Βαρουφάκης πρόσφατα κατάρτισε έναν μακρύ κατάλογο, όπου εντοπίζονται τα πιο δραματικά: Από τα 2,8 εκατ. ελληνικά νοικοκυριά, τα 2,3 εκατ. έχουν φορολογικά βάρη που δεν μπορούν να εξυπηρετήσουν. Οι συντάξεις αποτελούν τη βασική πηγή εισοδήματος για το 48,6% των οικογενειών. Συνολικά 3,5 εκατ. εργαζόμενοι έχουν να στηρίξουν 4,7 εκατ. ανέργους ή αέργους.
Η ελληνική οικονομία δεν βρίσκεται σε ύφεση. Ούτε ανακάμπτει. Έχει καταρρεύσει.
Υπάρχει όμως κι μια άλλη οπτική -εκείνη του πωλητή ομολόγων-, που λέει ότι η Ελλάδα αποτελεί το σπουδαιότερο σενάριο ανάκαμψης στη σύγχρονη εποχή. Η Τράπεζα Πειραιώς και η Alpha Bank κατόρθωσαν να αντλήσουν κεφάλαια 3 δισ. ευρώ. Πέρσι, ήταν κυρίως τα hedge funds που στοιχημάτιζαν στη χώρα. Από τότε έχουν εισέλθει και οι πιο παραδοσιακοί επενδυτές. Η έκδοση 5ετούς ομολόγου την περασμένη εβδομάδα προσέλκυσε προσφορές 21 δισ. ευρώ από περισσότερους από 600 διεθνείς κυρίως επενδυτές.
Αν μπορώ να ανιχνεύσω κάποια στρατηγική στην επίσημη στάση της ευρωζώνης προς την Ελλάδα, θα την περιέγραφα ως εξής: ας δημιουργήσουμε μια τεράστια χρηματοπιστωτική επενδυτική φούσκα και ας ελπίσουμε να κυλήσει και λίγο χρήμα κάποια στιγμή και στην πραγματική οικονομία. Με συντελεστή χρέους που προβλέπεται να φτάσει το 177% του ΑΕΠ φέτος, η Ελλάδα αυτή τη στιγμή δεν προσελκύει πολλές πραγματικές επενδύσεις στα εδάφη της από το εξωτερικό. Ούτε μπορεί να δημιουργήσει εγχώριες επενδύσεις, λόγω του διαλυμένου τραπεζικού συστήματος.
Αν η κυβέρνηση μπορούσε να δημοπρατήσει το μερίδιό της στις τράπεζες, θα δημιουργούσε μια «κακή τράπεζα» που θα αναλάμβανε τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια. Όταν ολοκληρώσει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα τα φετινά stress tests, ο αναζωογονημένος τραπεζικός κλάδος θα μπορούσε να αρχίσει να δανείζει σε μια καθαρή και αλλαγμένη οικονομία.
Το πρόβλημα λύθηκε. Αλλά θα χρειαστεί αρκετά μεγάλη φούσκα για να φτάσουμε σε εκείνο το σημείο.
Ο λόγος που η Ελλάδα προσέλκυσε τόσο ενδιαφέρον στην ομολογιακή έκδοση της περασμένης εβδομάδας ήταν ένας συνδυασμός από την υπόσχεση υψηλής απόδοσης αφενός και τη δομή των λήξεων στα υπάρχοντα ελληνικά ομόλογα. Τα επίσημα δάνεια -από τα μέλη της ευρωζώνης και το ΔΝΤ- απαρτίζουν το 80% του συνολικού χρέους. Η Ελλάδα δεν θα αρχίσει να τα αποπληρώνει πριν από το 2023. Με άλλα λόγια, η χώρα βραχυπρόθεσμα είναι αξιόχρεη. Όμως το μακροπρόθεσμο αξιόχρεό της δεν είναι καθόλου βέβαιο.
Και όλα αυτά μας γυρίζουν στο βασικό πρόβλημα: Ποιος άνθρωπος με σώας τα φρένας θα κάνει μια μακροπρόθεσμη επένδυση σε μια χώρα με τόσο αφόρητο μακροπρόθεσμο χρέος; Δυσκολεύομαι να φανταστώ πώς θα μπορούσε να δημιουργηθεί μια επενδυτική εκτίναξη, αν δεν χαριστεί ή δεν κηρυχθεί στάση πληρωμών στο επίσημο χρέος. Ο πιο καθαρός τρόπος για να γίνει αυτό θα ήταν μέσω ενός συνεδρίου για το χρέος, αλλά οι πιστώτριες χώρες δεν θέλουν ούτε να το ακούσουν.
Ας αναλογιστούμε τώρα την εναλλακτική λύση. Η Ελλάδα κηρύσσει στάση πληρωμής όλου του εξωτερικού της χρέους. Καθιερώνει ένα νέο νόμισμα, το οποίο θα υποτιμήσει αμέσως. Για να κλειδώσει το επενδυτικό πλεονέκτημα -να γίνει πραγματική η υποτίμηση- θα χρειαστεί μια κεντρική τράπεζα με αξιόπιστο στόχο πληθωρισμού καθώς και επαρκώς απελευθερωμένες αγορές εργασίας και προϊόντων. Δεν είναι εύκολη απόφαση και θα χρειαστούν πολύ περισσότερες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις από όσες έχει κάνει μέχρι σήμερα η Αθήνα.
Μολονότι αυτό το σενάριο θα φρίκαρε τους διεθνείς επενδυτές αν συνέβαινε, είναι βέβαιο ότι θα το ξεχνούσαν και θα επέστρεφαν γρήγορα. Στην τελική, οι πιθανότητες χρεοκοπίας είναι οι λιγότερες, αμέσως μετά τη χρεοκοπία. Σε εκείνο το σημείο, η μεταρρυθμισμένη Ελλάδα θα είναι πολύ ελκυστική για τους διεθνείς επενδυτές, κι όχι μόνο για τους χρηματιστηριακούς επενδυτές.
Δεν κάνω τον δικηγόρο της εξόδου. Οι Έλληνες ψηφοφόροι και οι ξένοι επενδυτές όμως θα πρέπει να γνωρίζουν ότι πλέον η Ελλάδα είναι σε θέση να έχει επιλογή".

Εδώ το άρθρο των Financial Times